Ένα νέο «συνθετικό» ομόλογο της Ευρωζώνης θα ήταν σχεδόν το ίδιο ασφαλές, όπως το γερμανικό χρέος, βοηθώντας τη νομισματική ένωση να αποφύγει μία μελλοντική κρίση και σπάζοντας τον φαύλο κύκλο του δανεισμού των χωρών από τις τράπεζές τους, ανέφερε η ευρωπαϊκή εποπτική Αρχή για τον χρηματοπιστωτικό κίνδυνο.

Ο επικεφαλής της ιρλανδικής κεντρικής τράπεζας, Φίλιπ Λέιν, δήλωσε ότι το πακετάρισμα κρατικών χρεών σε ένα νέο ομόλογο και η πώλησή του σε διαβαθμισμένα κομμάτια θα έδινε στις τράπεζες μία εναλλακτική μορφή ρευστών ενεχύρων. Το υψηλότερης διαβάθμισης κομμάτι εκτιμάται ότι θα είναι άτρωτο σε όλες, εκτός από τις χειρότερες, οικονομικές κρίσεις, είπε ο Λέιν. O Ιρλανδός κεντρικός τραπεζίτης ηγήθηκε της ομάδας εργασίας που σχεδίασε το ομόλογο, για την έκδοση του οποίου είναι πιθανόν να περάσουν χρόνια, καθώς θα απαιτηθούν αλλαγές στο ρυθμιστικό πλαίσιο.

«Θεωρούμε ότι το υψηλότερης διαβάθμισης κομμάτι του ομολόγου θα είχε αρκετά καλή επίδοση - μιλώντας γενικά, πολύ κοντά σε αυτή των γερμανικών», δήλωσε ο Λέιν, ο οποίος είναι επίσης μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. «Τι θα συμβεί σε ένα ακραίο σενάριο;» αναρωτήθηκε ο ίδιος, αναφερόμενος στην κρίση της Ευρωζώνης του 2011/12. «Νομίζουμε ότι η απόδοσή του θα ήταν κάπου μεταξύ του γερμανικού και του φιλανδικού (ομολόγου) για το υψηλότερης διαβάθμισης κομμάτι. Για το μεσαίας διαβάθμισης θα ήταν κοντά στην απόδοση του ιταλικού και για το χαμηλότερη διαβάθμισης θα ήταν μεταξύ της απόδοσης του ελληνικού και του πορτογαλικού».

Τα κρατικά ομόλογα θεωρούνται σήμερα ότι δεν ενέχουν κίνδυνο για τους τραπεζικούς ισολογισμούς. Για να είναι βιώσιμο το συνθετικό ομόλογο, το υψηλότερης διαβάθμισης κομμάτι δεν πρέπει να έχει δυσμενέστερη μεταχείριση, ώστε να μη χρειάζεται οι τράπεζες να διατηρούν υποχρεωτικά κεφάλαια για αυτό. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε νομοθετικές αλλαγές, με προτάσεις να έχουν υποβληθεί προς συζήτηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αργότερα φέτος.

Το ανώτερο 70% του ομολόγου θα θεωρείτο ως το κομμάτι υψηλότερης διαβάθμισης, ενώ το επόμενο 20% θα πωλείτο ως μεσαίας διαβάθμισης και το τελευταίο 10% ως χαμηλότερης διαβάθμισης.

Η Γερμανία είναι αντίθετη επί πολύ καιρό σε ένα ομόλογο της Ευρωζώνης, υποστηρίζοντας ότι αυτό θα μπορούσε να καταλήξει στο να πληρώνει για το χρέος άλλων χωρών ή για τη διάσωση των εκδοτών τους σε περίπτωση πιέσεων στην αγορά. Ο Λέιν, ωστόσο, υποστήριξε ότι τα χαμηλότερης διαβάθμισης κομμάτι θα θεωρούνταν πιο επικίνδυνα στοιχεία ενεργητικού και θα έπρεπε να πωληθούν σε επενδυτές με μεγαλύτερη διάθεση για ανάληψη ρίσκου.