Είναι πραγματικά παράδοξο, έξι και πλέον χρόνια μετά την απόφαση της κυβέρνησης Σαμαρά να προχωρήσει στην ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ,  να αντιμετωπίζουν ορισμένοι με έκπληξη τις συνεχείς τριβές που προκαλούνται στο λιμάνι, μεταξύ του ιδιωτικού πλέον ΟΛΠ και του συνόλου σχεδόν των φορέων που εμπλέκονται με τη λιμενική λειτουργία.

Του Χρήστου Λαμπρίδη*

Αν μελετούσε κανείς τη μικρή έστω, διεθνή εμπειρία ιδιωτικοποιήσεων λιμένων (ιδιωτικοποιήσεις σε Μ. Βρετανία, ακύρωση σχεδίων ιδιωτικοποιήσεων στις ΗΠΑ κλπ) θα μπορούσε να προβλέψει τις εξελίξεις. Γι΄ αυτό άλλωστε, προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία μονοπωλίων και για να διασφαλιστεί το δημόσιο συμφέρον, διεθνώς οι λιμενικές αρχές (port authorities) είναι δημόσιες και κατά περίπτωση παραχωρούν χώρους ή και υποδομές σε ιδιώτες για επενδύσεις, για ορισμένο χρόνο, μέσω συμβάσεων.

Αυτή τη διεθνή εμπειρία επικαλέστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ στις διαπραγματεύσεις του με τους δανειστές το 2015, προκειμένου να μην προχωρήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις, οι οποίες τελικά επιβλήθηκαν από τους θεσμούς για τα λιμάνια που είχαν ξεκινήσει σχετικές διαδικασίες από την κυβέρνηση Σαμαρά (ΟΛΠ, ΟΛΘ). Παρά ταύτα, επειδή ακριβώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να αποφύγει τις αρνητικές επιπτώσεις των ιδιωτικοποιήσεων, προχώρησε σε ρυθμίσεις και επί των ημερών της τα όργανα της διοίκησης προχώρησαν σε σημαντικές πράξεις, για τη διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος.

Σε αυτό το πλαίσιο δημιουργήθηκε η Δημόσια Αρχή Λιμένων (ΔΑΛ), ενισχύθηκε η Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων (ΡΑΛ), προστατεύτηκαν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (πχ δεν δόθηκε η δυνατότητα ίδρυσης ναυπηγείου στον ΟΛΠ, επεκτάθηκαν μισθώσεις, έγινε ρύθμιση χρεών και διαγραφή προσαυξήσεων) και υποχρεώθηκε ο ΟΛΠ να υλοποιήσει αναπτυξιακές επενδύσεις σε διάφορους τομείς, όπως στη ναυπηγοεπισκευή.  Προστατεύτηκαν επίσης τα εργασιακά δικαιώματα σε ΟΛΠ και ΣΕΠ (διασφάλιση των θέσεων εργασίας, ένταξη εργαζομένων  στο 2ο και 3ο προβλήτα στο καθεστώς των Βαρέων και Ανθυγιεινών),  συστάθηκε συμβούλιο χρηστών λιμένα και θεσμοθετήθηκε διαδικασία ελέγχου τελών στην ακτοπλοΐα κα. Θετικές αποφάσεις ελήφθησαν μέχρι τον Ιούλιο του 2019 από την Επιτροπή Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων (ΕΣΑΛ) για το Master Plan του ΟΛΠ (πχ απόρριψη Mall και ναυπηγείου Mega Yachts και γενικότερα ναυπηγείου, λήψη μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος και του πολιτισμού, πρόταση δημιουργίας Μουσείου Εναλίων Αρχαιοτήτων και ρευματοδότησης κρουαζιεροπλοίων από τη στεριά για μείωση των ρύπων) ενώ υπήρξε θετική ενεργοποίηση  οργάνων της διοίκησης (πχ ΔΑΛ ενάντια σε μονοπωλιακές πρακτικές του ΟΛΠ για τη διαχείριση των αποβλήτων ναυπηγοεπισκευής, τη δημιουργία Μητρώου Εγκεκριμένων Εργολάβων από τον ΟΛΠ). Εμβληματική ήταν η παραχώρηση χώρων που διαχειριζόταν ο ΟΛΠ στην αυτοδιοίκηση σε Πειραιά, Κερατσίνι – Δραπετσώνα, Πέραμα, Σαλαμίνα καθώς και η απόδοση του 3,5% των εσόδων του ΟΛΠ στους παραλιμένιους Δήμους.

Οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αποτελούσαν συνειδητή πολιτική επιλογή και δεν ήρθαν ως προϊόν κοινωνικών πιέσεων. Στην προσπάθεια της αυτή, όχι μόνο δεν βρήκε αρωγό τη Νέα Δημοκρατία και τα φιλικά της μέσα, αλλά κατηγορήθηκε ως εχθρική έναντι των επενδυτών. Αυτό θα πρέπει να θυμούνται όσοι ακολουθώντας τις κοινοβουλευτικές πρωτοβουλίες του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, εμφανίζονται σήμερα ως «μπροστάρηδες» σε έναν «αντιCOSCO»  αγώνα, προσπαθώντας μάλιστα να εξισώσουν ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία, αποκρύβοντας τις ευθύνες και την απροκάλυπτη στήριξη τους στη Νέα Δημοκρατία εκείνη την περίοδο.

Ιούλιος του 2019. Η έναρξη μιας αντίστροφης πορείας

Οι εκλογές του 2019 αποτέλεσαν το σημείο εκκίνησης της αντίστροφης πορείας, στην κυβερνητική ως τότε προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να περιοριστούν οι επιπτώσεις των ιδιωτικοποιήσεων και να διασφαλιστεί το δημόσιο συμφέρον. Τα παραδείγματα είναι πολλά.

Ειδικότερα, ενώ μέχρι τον Ιούλιο του 2019 ο ΟΛΠ αρνιόταν συστηματικά να καταθέσει νέο Master Plan συμμορφούμενος με τις υποδείξεις της ΕΣΑΛ, το έπραξε τον Αύγουστο του 2019, ενθαρρυμένος από τις υποσχέσεις της Νέας Δημοκρατίας, προσθέτοντας μάλιστα νέα έργα (δημιουργία 4ης προβλήτας) Μετά τις σύσσωμες αντιδράσεις όλων των εμπλεκόμενων φορέων με τη λιμενική λειτουργία (εργοδοτικές ενώσεις, συνδικάτα, αυτοδιοίκηση) αλλά και την άρνηση υπηρεσιακών στελεχών της ΕΣΑΛ να συμφωνήσουν, απορρίφθηκαν οι νέες επενδύσεις. Αυτή την «παραφωνία» των αποφάσεων των υπηρεσιακών στελεχών ήρθε να «διορθώσει» η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με νομοθετική ρύθμιση το Μάρτιο του 2020, με την οποία αντικαθιστά τα υπηρεσιακά στελέχη της ΕΣΑΛ με τους αντίστοιχους γενικούς γραμματείς των Υπουργείων, δηλαδή με υπηρεσιακά / κομματικά στελέχη.

Με τον ίδιο νόμο, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας κατήργησε τη Δημόσια Αρχή Λιμένων, το φορέα άσκησης των δημόσιων εξουσιών που αφορούν στη διαχείριση του λιμανιού, τη στιγμή μάλιστα που η προσπάθεια των ΟΛΠ και ΣΕΠ να ασκήσουν δραστηριότητες που αναλογούν σε δημόσια αρχή έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων (δημιουργία εγκεκριμένου μητρώου εργολάβων από τον ιδιωτικό ΟΛΠ, επιβολή της πλατφόρμας συνεργασίας με τους χρήστες «Hellenic Port Community System» η οποία καταγγέλλεται ότι απαιτεί κατάθεση ευαίσθητων εταιρικών δεδομένων).

Το καλοκαίρι του 2020, ο ΟΛΠ υπαναχωρεί από τη δέσμευση να μη διεκδικήσει άδεια ναυπηγείου, ο Υπουργός Ναυτιλίας, έστω και καθυστερημένα και υπό την πίεση κινητοποιήσεων συνδικαλιστικών και παραγωγικών φορέων έχει προβεί στη θετική δήλωση ότι η σύμβαση παραχώρησης δεν δίνει τη δυνατότητα άδειας ναυπηγείου, ενώ ο Υπουργός Ανάπτυξης, αν και έχει κληθεί δύο φορές στα πλαίσια του κοινοβουλευτικού ελέγχου να το πράξει, δεν έχει πάρει θέση

Η αντίδραση των δύο ιδιωτικών λιμένων (ΟΛΠ,ΟΛΘ) στην απελευθέρωση της αγοράς διαχείρισης αποβλήτων, φαίνεται ότι βρήκε ανταπόκριση στην κυβέρνηση, αφού σχετική δεσμευτική Οδηγία της ΡΑΛ σε εφαρμογή Ευρωπαϊκού Κανονισμού, καθυστέρησε έξι μήνες να δημοσιευτεί σε ΦΕΚ !!!. Η δημοσίευση δε, έγινε κατόπιν έντονων διαμαρτυριών παραγωγικών φορέων και της κατάθεσης δύο ερωτήσεων από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ για τη μη δημοσίευση . Ταυτόχρονα, τον Ιούλιο του 2020 εγκρίνεται το Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων του ΟΛΠ για το οποίο υπάρχει ένσταση στο αν συμμορφώνεται με τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό για την κατάργηση των μονοπωλίων. 

Οι εργαζόμενοι στις προβλήτες της ΣΕΠ ακόμα περιμένουν την εφαρμογή της εγκυκλίου του ΕΦΚΑ για την ένταξη τους στο καθεστώς των Βαρέων και Ανθυγιεινών που είχε εκδοθεί επί ΣΥΡΙΖΑ, τα προβλήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης στο έργο της νότιας επέκτασης του λιμένα οξύνονται προκαλώντας τις έντονες αντιδράσεις των κατοίκων και της αυτοδιοίκησης, ενώ η περιβόητη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) που εκκρεμεί από το 2018, κατατέθηκε από τον ΟΛΠ μετά την κυβερνητική αλλαγή του Ιουλίου του 2019.

Η κατάθεση δε επιστολής από την COSCO προς το ΤΑΙΠΕΔ, με την οποία ζητά να αποκτήσει ένα πρόσθετο 16% των μετοχών του ΟΛΠ χωρίς να έχουν υλοποιηθεί οι υποχρεώσεις της εταιρείας για την ολοκλήρωση συγκεκριμένων επενδύσεων, ίσως να εντάσσεται σε μια προσπάθεια προστασίας της διοίκησης του ΟΛΠ έναντι των μετόχων για την αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Ελπίζουμε ωστόσο η επιστολή να μην εντάσσεται σε ένα πλαίσιο προσδοκιών θετικής ανταπόκρισης του ελληνικού δημοσίου στο αίτημα μεταβίβασης των μετοχών, καθώς η ικανοποίηση μιας τέτοιας απαίτησης θα προκαλέσει ζημία.

Το καράβι να αλλάξει ρότα

Όλες οι παραπάνω αναφορές συνηγορούν στο ότι σε ένα ιδιωτικό λιμάνι και με μια κυβέρνηση που δεν είναι αποφασισμένη να προασπίσει το δημόσιο συμφέρον, οι συνεχείς τριβές και εντάσεις μεταξύ ΟΛΠ και του συνόλου σχεδόν των εμπλεκόμενων με τη λιμενική λειτουργία φορέων, τείνει να αποτελέσει κανονικότητα. Η ευθύνη για αυτή την αρνητική κατάσταση, είναι λάθος να αναζητείται στον κάτοχο του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών του φορέα διαχείρισης του λιμένα και στη χώρα προέλευσης του, εν προκειμένω στην Κίνα. Μία τέτοια προσέγγιση όχι μόνο είναι λανθασμένη αλλά ενδέχεται να κρύβει άλλες σκοπιμότητες. Άλλωστε κάθε ιδιωτική εταιρεία στοχεύει στην αύξηση της κερδοφορίας της και ενδεχομένως στην επέκταση της. Οι ευθύνες θα πρέπει να αναζητηθούν στην κυβέρνηση και σε όσους έχουν επιφορτιστεί με τη διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος.

Στην κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, ζητείται οδικός χάρτης διεξόδου. Η ύπαρξη ενός ευρύτερου μετώπου συσπείρωσης φορέων που θα διεκδικήσει την ισχυροποίηση θεσμών ελέγχου και ουσιαστικής εφαρμογής της νομοθεσίας, είναι σήμερα αναγκαία. Για να είναι και ικανή συνθήκη οριστικής αλλαγής της ρότας του πλοίου, θα πρέπει να συνοδευτεί στο μέλλον από συνολική πολιτική αλλαγή, με την ανάδειξη μιας αριστερής προοδευτικής κυβέρνησης που έχει δώσει άλλωστε δείγματα γραφής.  

*Διδάκτωρ λιμενικής οικονομίας, και πρώην Γενικού Γραμματέα Λιμένων