Ακάθεκτη συνεχίζεται η δυναμική της αγοράς του φυσικού αερίου. Μέσα στις πρωτοφανείς καταστάσεις που διαμορφώθηκαν στην οικονομία το πρώτο τετράμηνο του έτους, και ιδιαίτερα κατά το δίμηνο Μαρτίου - Απριλίου του lockdown, οι εισαγωγές και οι ποσότητες που διακινήθηκαν προς τους μεγάλους και μικρότερους καταναλωτές αυξήθηκαν 17%.

Την παραπάνω εικόνα δείχνουν τα στοιχεία του Διαχειριστή Ελληνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου σύμφωνα με τα οποία το πρώτο τετράμηνο εισήχθησαν 21.393 GWh έναντι 18.211 GWh.

Ο Τερματικός Σταθμός του ΔΕΣΦΑ στη Ρεβυθούσα ήταν το σημείο εισόδου του ΕΣΦΑ με τις περισσότερες αλλά και υψηλότερες σε σχέση με πέρυσι εισαγωγές. Τα φορτία LNG ισοδυναμούσαν με 11.679 GWh και καταγράφηκε αύξηση 45%.

Ακολούθησε το Σιδηρόκαστρο με εισερχόμενες από τον αγωγό της Βουλγαρίας ποσότητες ισχύος 7.952 GWh. Αν και ήταν μειωμένες κατά 8% από το αντίστοιχο περσινό τετράμηνο, εντούτοις το συγκεκριμένο σημείο εισόδου αερίου στη χώρα μας συνεχίζει να υποδέχεται μεγάλο μέρος του αερίου που καταναλώνεται στην ελληνική αγορά.

Αύξηση 13% σημείωσαν οι εισαγωγές φυσικού αερίου από τους Κήπους του Έβρου, οι οποίες και αντιστοιχούν σε 1.762 GWh.

Τα παραπάνω στοιχεία του ΔΕΣΦΑ επιβεβαιώνουν την ανατροπή που καταγράφεται από πέρυσι καθώς δείχνουν ότι το LNG ξεπερνά τις συνολικά εισαγόμενες ποσότητες αερίου από τους δύο αγωγούς του ΕΣΦΑ. Γεγονός που φανερώνει πως οι μεγάλοι παίκτες της ελληνικής ενεργειακής αγοράς βρίσκουν ανταγωνιστικές τιμές στο υγροποιημένο φυσικό αέριο αλλά και ευκολία στην προμήθεια του. Η χωρητικότητα των εγκαταστάσεων της Ρεβυθούσας έχει συμβάλλει στις παραγγελίες ποσοτήτων LNG, παρά τα προβλήματα που είχαν καταγραφεί τον περασμένο Δεκέμβριο στον προγραμματισμό εκφορτώσεων για το 2020.

Το μέγεθος μάλιστα των εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου – στο τετράμηνο κατέφτασαν συνολικά 15 φορτία στο νησάκι απέναντι από τα Μεγάρα – αποκαλύπτει και τη νέα δραστηριότητα των ελληνικών ενεργειακών ομίλων που είναι το εμπόριο του καυσίμου. Δραστηριότητα, η οποία, όσο το LNG παραμένει σε ανταγωνιστικά επίπεδα, δυναμώνει όλο και περισσότερο.

Αξιοσημείωτα, όμως, είναι και τα στοιχεία που αφορούν και στην «πίτα» της κατανάλωσης του φυσικού αερίου. Σύμφωνα πάντα με τον ΔΕΣΦΑ οι μεγαλύτερες ποσότητες διατέθηκαν στις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με το συγκεκριμένο καύσιμο. Αυτές ισοδυναμούσαν με 10.025 GWh και ήταν οριακά μειωμένες κατά 4%. Πέρυσι ανήλθαν στις 10.458 GWh. Αν κοιτάξει κανείς ανά μήνα τη διακύμανση της κατανάλωσης των ηλεκτροπαραγωγών θα διαπιστώσει ότι ο Μάρτιος ήταν ο μήνας με την υψηλότερη αύξηση, αν και λιγότερες ποσότητες έναντι του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου, ενώ υψηλότερες από πέρυσι ήταν για τον Απρίλιο. Η πορεία αυτή συμβαδίζει και τη δραστική περικοπή της χρήσης του λιγνίτη αλλά και την μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ στο σύστημα ηλεκτρισμού.

Στις 5.684 GWh ανήλθαν οι ποσότητες του φυσικού αερίου προς τα δίκτυα διανομής. Ήταν αυξημένες 5%. Οι τρεις τελευταίοι μήνες του τετραμήνου είναι εκείνοι με την υψηλότερη αύξηση της κατανάλωσης. Κάτι που αποδίδεται στις καιρικές συνθήκες αλλά και της αναγκαστικής παραμονής των πολιτών στα σπίτια τους λόγω των έκτακτων μέτρων για την προστασία από την πανδημία.

Δυναμική ήταν και η αύξηση 9% της κατανάλωσης φυσικού αερίου από τις μεγάλες βιομηχανίες. Αυτή ανήλθε στις 2.645 GWh.  Ο Ιανουάριος, ο Φεβρουάριος και ο Μάρτιος ήταν οι μήνες κατά τους οποίους οι ποσότητες που ζήτησαν τα εργοστάσια ήταν και οι περισσότερες, ενώ τον Απρίλιο οπότε και επιβλήθηκε το lockdown η χρήση του φυσικού αερίου από τα εργοστάσια περιορίστηκε.

Τέλος και οι εξαγωγές μέσω του Σιδηροκάστρου ήταν στις 3.119 GWh. Το μέγεθος αυτό αποτυπώνει και την εξωστρέφεια που αναπτύσσουν οι ενεργειακοί όμιλοι κάνοντας εμπόριο ποσοτήτων κι εκτός συνόρων. 

Πηγή: energypress.gr