Θα χρειασθούν τουλάχιστον τρία χρόνια για για να επανέλθει η ακτοπλοΐα στα επίπεδα του 2019 μετά το «χτύπημα» που δέχθηκε από τον κορωνοϊό και τις ζημίες άνω των 120 εκατ. ευρώ που θα καταγράψει το 2020.

Τα παραπάνω αναφέρθηκαν από τον πρόεδρο του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ) κ. Μιχάλη Σακέλλη κατά την παρουσίαση μελέτης του ΙΟΒΕ με θέμα «Η επιβατηγός ναυτιλία στην Ελλάδα την περίοδο 2016-2020: Επιδόσεις, συμβολή στην οικονομία και προοπτικές»

Όπως είπε ο κ. Σακέλλης αναφερόμενος στο τρέχον έτος, το 2021 αναμένουμε ότι το πρώτο εξάμηνο λόγω της πανδημίας η κίνηση θα είναι στα επίπεδα του 2020. Στη συνέχεια αν και τα ερωτηματικά που αφορούν την τουριστική κίνηση είναι πολλά, αν φτάσουμε στο 50%-60% της κίνησης του 2019 θα είναι οπωσδήποτε μια μεγάλη βοήθεια για τον κλάδο. Σε κάθε περίπτωση και το 2021 θα είναι μία «κακή χρονιά» και θα χρειασθούν άλλα δυο χρόνια για να φτάσουμε στα πολύ υψηλά επίπεδα του 2019, τα οποία ωστόσο ήταν χαμηλότερα από τα «ρεκόρ» που είχε πιάσει ο κλάδος πριν από την δημοσιονομική κρίση 2010-2020, σύμφωνα με την μελέτη του ΙΟΒΕ.

Ο κ. Σακέλλης τόνισε ακόμη ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει ο κλάδος είναι η υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών δηλαδή υπηρεσίες που θα παρέχονται με γερασμένα πλοία και με μικρές ταχύτητες.

Για άλλη μια φορά αναφέρθηκε στην μελέτη που υλοποιεί το Ναυτικό Επιμελητήριο Ελλάδος η οποία προβλέπει επενδύσεις ύψους 4 δις. ευρώ την επόμενη 15ετία για την ανανέωση του στόλου. 

Η μελέτη του ΙΟΒΕ που παρουσίασαν ο καθηγητής και Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ κ. Νίκος Βέττας. Και ο Svetoslav Danchev, Επικεφαλής Τμήματος Μικροοικονομικής Ανάλυσης και Πολιτικής ΙΟΒΕ αναδεικνύει τη στρατηγική σημασία της ακτοπλοΐας στην ελληνική οικονομία, τις επιπτώσεις της πανδημίας και τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος.

Όπως προκύπτει από τη μελέτη του ΙΟΒΕ, η συνολική συνεισφορά της επιβατηγού ναυτιλίας, σε όρους ΑΕΠ, εκτιμάται σε €13,6 δισεκ. ή 7,4% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας το 2019. Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά του κλάδου ανέρχεται σε 332 χιλ. θέσεις εργασίας (ή 8,5% της συνολικής απασχόλησης).

Επιπλέον, η συνεισφορά στα δημόσια έσοδα εκτιμάται σε περίπου €3 δισεκ., ενώ σε περίπου €1,8 δισεκ. υπολογίζονται τα εισοδήματα από μισθούς των εργαζομένων λόγω της ανάπτυξης της επιβατηγού ναυτιλίας στη χώρα.

Η συνολική επίδραση από την εξυπηρέτηση της ζήτησης για ακτοπλοϊκές μεταφορές στις εσωτερικές γραμμές (χωρίς τις ευρύτερες επιδράσεις που συνδέονται με τον τουρισμό, την ανάπτυξη του πρωτογενούς και μεταποιητικού τομέα στις νησιωτικές περιφέρειες της χώρας και το εξαγωγικό εμπόριο) εκτιμάται σε περίπου 2 δισεκ. ευρώ στο ΑΕΠ της χώρας. Σε όρους απασχόλησης, η επίδραση της μεταφορικής δραστηριότητας ανέρχεται σε 33,5 χιλ. θέσεις εργασίας στην ελληνική οικονομία.

Ευρύτερες επιδράσεις στην οικονομία

Η ανάπτυξη των ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών συνεπάγεται σημαντικά οφέλη για την τοπική οικονομία και την κοινωνία των νησιών της χώρας. Η συνεισφορά της ακτοπλοΐας λόγω των ευρύτερων επιδράσεων από την παραγωγή και τον τουρισμό στα νησιά εκτιμάται σε €10,1 δισεκ. (5,5% του ΑΕΠ το 2019), εκ των οποίων €8,5 δισεκ. αφορούν στην τουριστική ζήτηση, τον πρωτογενή τομέα και τη μεταποίηση στις νησιωτικές περιοχές και €1,6 δισεκ. στην επίδραση από τη ζήτηση για προϊόντα από τους επισκέπτες κατά την παραμονή τους σε κάποιο νησί της χώρας που προέρχονται από την ηπειρωτική χώρα.

Σε όρους απασχόλησης η επίδραση από τον τουρισμό και την παραγωγή στα νησιά ανέρχεται σε περίπου 257 χιλ. θέσεις εργασίας (217 χιλ. στα νησιά και 40 χιλ. στην ηπειρωτική χώρα), στηρίζοντας σχεδόν το ήμισυ της απασχόλησης στις νησιωτικές περιφέρειες. Η μεγαλύτερη συνεισφορά στο ΑΕΠ καταγράφεται στις περιφέρειες Κρήτης και Νοτίου Αιγαίου, όπου εντοπίζονται περισσότερο από τα 4/5 της συνολικής επίδρασης στην οικονομία των νησιωτικών περιοχών.

Επίδραση της πανδημίας COVID-19

Η σταθερή ανάπτυξη των ακτοπλοϊκών υπηρεσιών την τριετία 2016 – 2019 ανατράπηκε εξαιτίας των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19. Στην ακτοπλοΐα επιβλήθηκε περιορισμός μετακίνησης επιβατών στις ακτοπλοϊκές γραμμές του Αιγαίου από τα τέλη Μαρτίου 2020 έως τα μέσα Μάϊου 2020 (με εξαίρεση τους μόνιμους κατοίκους των νησιών για έκτακτη ανάγκη) και ακολούθησε το μειωμένο πρωτόκολλο επιβατών στα πλοία μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων.

Λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη πτώση του τουρισμού το γ’ τρίμηνο του έτους, αλλά και τα νέα περιοριστικά μέτρα λόγω της έξαρσης της πανδημίας το τελευταίο δίμηνο του έτους, η επιβατική κίνηση στις γραμμές εσωτερικού αναμένεται το 2020 να είναι μειωμένη κατά 55% σε σχέση με το 2019, ενώ στα οχήματα (ΙΧ και φορτηγά) αναμένεται μείωση κατά 36%. Αντίστοιχα στην αγορά της Αδριατικής, η αρνητική επίδραση είναι πιο έντονη στην επιβατική κίνηση, καθώς εκτιμάται ότι θα είναι χαμηλότερη κατά 69%, σε αντίθεση με την κίνηση φορτηγών οχημάτων που αναμένεται να περιοριστεί κατά 8%. Η κάμψη στην κίνηση επιβατών και οχημάτων επηρεάζει τον κύκλο εργασιών, όπου εκτιμάται μείωση κατά 45% στις γραμμές εσωτερικού και κατά 30% στην Αδριατική θάλασσα. Ως αποτέλεσμα, η απώλεια εσόδων και τα ζημιογόνα αποτελέσματα αναμένεται να ξεπεράσουν τα 300 εκατ. και τα 120 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.

Προκλήσεις για τον κλάδο

Η πανδημία COVID-19 και τα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του κορωνοϊού έχουν έντονες αρνητικές συνέπειες στον κλάδο της επιβατηγού ναυτιλίας. Η αβεβαιότητα για την εξέλιξη της πανδημίας στο άμεσο μέλλον και ο βαθμός που θα επηρεάσει την τουριστική κίνηση μεσοπρόθεσμα αποτελούν τους κυριότερους κινδύνους στους οποίους καλείται να ανταπεξέλθει ο κλάδος.

Μεσοπρόθεσμα, οι προοπτικές του κλάδου επηρεάζονται αρνητικά από τις υποβαθμισμένες λιμενικές υποδομές, καθώς στα περισσότερα λιμάνια της χώρας ο εξοπλισμός υποδοχής παραμένει ανεπαρκής, γεγονός που συμβάλλει στην ύπαρξη καθυστερήσεων στην εκτέλεση των προγραμματισμένων δρομολογίων. Επιπλέον, η μετάβαση σε οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα και η υιοθέτηση μέτρων που απορρέουν από την εθνική πολιτική για την Ενέργεια και το Κλίμα την δεκαετία 2020-2030 επηρεάζουν τη λειτουργία του κλάδου της επιβατηγού ναυτιλίας. Η υποχρεωτική από τις αρχές του 2020 συμμόρφωση με τη νέα διεθνή περιβαλλοντική νομοθεσία για εφοδιασμό όλων των πλοίων με καύσιμα μικρής περιεκτικότητας σε θείο (max 0,5%), οδηγεί σε αύξηση του κόστους καυσίμου. Κατά συνέπεια, ασκείται αρνητική επίδραση στο λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων, γεγονός που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα του κλάδου.

Προτάσεις πολιτικής

Η μελέτη καταλήγει σε ορισμένα μέτρα πολιτικής τα οποία είναι:

  • Μέτρα για τη στήριξη του κλάδου λόγω των αρνητικών συνεπειών της πανδημίας, δεδομένης της ιδιαίτερης σημασίας του κλάδου για την περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας
    - Εφαρμογή του μέτρου για ΦΠΑ στο επίπεδο του 13% για το σύνολο του 2021 στους επιβάτες και επέκτασή του στα ΙΧ οχήματα
    - Ανασχεδιασμός των υποχρεωτικών δρομολογίων και αποζημίωση πλοίων με βάση τα πραγματικά έξοδα για τα υποχρεωτικά δρομολόγια που εκτέλεσαν ή εκτελούν
    -Αξιοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες
    -Ηλεκτρονικό εισιτήριο και άλλες εφαρμογές μέσω κινητού τηλεφώνου
  • Βελτίωση των λιμενικών υποδομών
    - Έργα για την καλύτερη εξυπηρέτηση επιβατών-οχημάτων στα λιμάνια της χώρας με μεγάλη κίνηση που θα συμβάλλουν στη μείωση καθυστερήσεων
    -Παροχή ενέργειας στα λιμάνια από ανανεώσιμες πηγές και εναλλακτικά καύσιμα (όπως
    LNG), δημιουργία σταθμών φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων
  • Ανάπτυξη εθνικής στρατηγικής και υιοθέτηση μέτρων για την ομαλή προσαρμογή της επιβατηγού ναυτιλίας στους μακροπρόθεσμους περιβαλλοντικούς στόχους, στο πλαίσιο της μετάβασης της ΕΕ προς μια οικονομία μηδενικών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου (net-zero emissions) έως το 2050
    - Οικονομικές ενισχύσεις για πλοία νέας τεχνολογίας
    -Οικονομικά κίνητρα για τη χρήση βιοκαυσίμων
    -Οικονομικές ενισχύσεις για επενδύσεις σε εναλλακτικά καύσιμα (υποδομές, αναβάθμιση στόλου, χρήση εναλλακτικών καυσίμων).

Πηγή: euro2day.gr