Η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας είναι η μεγάλη δέσμευση που έχουν αναλάβει οι συστημικές τράπεζες για το 2020. Μετά τη δεκαετή κρίση που οδήγησε σε μηδενικούς ή και αρνητικούς ρυθμούς την πιστωτική επέκταση σε ιδιώτες και επιχειρήσεις οι τράπεζες διαθέτουν πλέον την ρευστότητα, όπως τονίζουν επιτελικά τους στελέχη με κάθε ευκαιρία δημόσιας παρέμβασης τους, να χρηματοδοτήσουν ανάγκες νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Καθοριστικό ρόλο στη δυνατότητα αυτή, όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, αποτελεί το γεγονός ότι έχουν πλέον τεθεί οι βάσεις για δραστικό περιορισμό των μη εξυπηρετούμενων δανείων που αποτελούσε ανατρεπτικό παράγοντα στην προσπάθεια των τραπεζών να επιστρέψουν στην κανονικότητα.

Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) ανήλθαν στο τέλος Σεπτεμβρίου 2019 σε 71,2 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 10,6 δισ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου 2018 και κατά περίπου 36 δισ.ευρώ έναντι του Μαρτίου 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο ΜΕΔ. Η υποχώρηση του αποθέματος των ΜΕΔ το εννεάμηνο του 2019 οφείλεται κυρίως σε πωλήσεις και διαγραφές.

Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων παρέμεινε το Σεπτέμβριο του 2019 σε υψηλό επίπεδο (42,1%). Θετική εξέλιξη αποτελεί το γεγονός ότι τα τελευταία έτη οι τράπεζες συνομολογούν κυρίως λύσεις ρύθμισης μακροπρόθεσμου χαρακτήρα για τα ΜΕΔ, σε αντιδιαστολή με ρυθμίσεις βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα. Παρ' όλα αυτά, στην πλειονότητα των περιπτώσεων επιλέγεται η λύση της επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής και σπανιότερα της μείωσης του επιτοκίου και του διαχωρισμού του υπολοίπου οφειλής.

Ανησυχητικά υψηλό παραμένει, πάντως, το ποσοστό των δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης, αλλά εμφάνισαν και πάλι καθυστέρηση μετά τη συνομολόγηση της ρύθμισης. Επίσης, ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι, παρά τις βελτιώσεις στο οικονομικό και θεσμικό περιβάλλον, οι εισπράξεις μέσω ενεργητικής διαχείρισης (δηλαδή μέσω είσπραξης καθυστερούμενων οφειλών, αναδιαρθρώσεων δανείων, ρευστοποίησης εξασφαλίσεων κ.λπ.) παραμένουν πολύ περιορισμένες.

Ως αποτέλεσμα, παρατηρούνται ακόμη καθαρές ροές νέων ΜΕΔ. Όσον αφορά τους επιχειρησιακούς στόχους για τη μείωση των ΜΕΔ, η στόχευση είναι ο δείκτης ΜΕΔ να έχει διαμορφωθεί σε επίπεδα κάτω του 20% στο τέλος του 2021. Η εφαρμογή του σχεδίου "Ηρακλής", που στηρίζεται στο Σχήμα Προστασίας Ενεργητικού (APS), θα συμβάλει στην ταχύτερη αποκλιμάκωση του ποσοστού αυτού, αλλά πρέπει να συμπληρωθεί και με άλλα μέτρα.

Νέες χρηματοδοτήσεις 15 δισ. ευρώ για το 2020

Έχοντας προχωρήσει τη στρατηγική τους στον τομέα των ΜΕΔ οι συστημικές τράπεζες προχωρούν πλέον με ταχύτητα βήματα σε νέες χρηματοδοτήσεις και σε διοχέτευση ρευστότητας στην αγορά. Σύμφωνα με τα όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι σήμερα είτε από επίσημες ανακοινώσεις, είτε από πληροφορίες, οι νέες χρηματοδοτήσεις για το 2020 θα κυμανθούν γύρω στα 15 δισ. ευρώ. Όλα βέβαια θα εξαρτηθούν από την ζήτηση που θα προκύψει τόσο στον τομέα της λιανικής όσο και στον τομέα της επιχειρηματικής τραπεζικής.

Η Τράπεζα Πειραιώς θα προχωρήσει σε νέες εκταμιεύσεις περίπου 5 δισ. ευρώ, η Εθνική Τράπεζα θα ξεπεράσει τα 3,5 δισ. ευρώ, η Eurobank για την επόμενη τριετία προγραμματίζει νέες εκταμιεύσεις 9 δισ. ευρώ, ενώ η Alpha Bank νέες εκταμιεύσεις 14 δισ. ευρώ επίσης με χρονικό ορίζοντα τριετίας.

Νέες χρηματοδοτήσεις έχουν στην στρατηγική τους και η Attica Bank, η HSBC, η μόνη ξένη τράπεζα που δραστηριοποιείται στην ελληνική αγορά καθώς και οι συνεταιριστικές τράπεζες.

Τα κριτήρια χρηματοδότησης

Στον τομέα της επιχειρηματικής τραπεζικής, όπως τονίζουν κατ' επανάληψη διοικητικά στελέχη τραπεζών, δεν υπάρχει περίπτωση να έρθει στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα βιώσιμο επιχειρηματικό σχέδιο που να μην χρηματοδοτηθεί. Όλοι οι τομείς της ελληνικής οικονομίας, όπως έχει αναφερθεί, εντάσσονται στο στόχαστρο των τραπεζών για χρηματοδότηση με προτεραιότητα τα εξωστρεφή αλλά και καινοτόμα επιχειρηματικά σχέδια. Σημαντικό ρόλο έχει φυσικά η οικονομική κατάσταση της επιχείρησης και η σχέση που διατηρεί με το τραπεζικό σύστημα αναφορικά με την αποπληρωμή παλαιότερων δανείων κλπ.

Στον τομέα της λιανικής και ειδικότερα στον τομέα της στεγαστικής πίστης έμφαση δίνεται πλέον και στην ιδία χρηματοδότηση από μέρους των ιδιωτών. Θα πρέπει πλέον οι ιδιώτες να συμμετέχουν με ένα ποσοστό ιδίας χρηματοδότησης που θα κυμαίνεται τουλάχιστον στο 25% της αξίας του ακινήτου που επιθυμούν να αγοράσουν. Επίσης η πιστοληπτική ικανότητα των ιδιωτών καθορίζεται πλέον αυστηρά με βάση τα δηλωμένα εισοδήματα, ενώ ισχύουν όλα τα επιπλέον κριτήρια που ήταν σε ισχύ και πριν την κρίση και σχετίζονται μεταξύ άλλων με την πιστοληπτική τους συμπεριφορά και την συνολικά σχέση που διατηρούν με την τράπεζα τους.