Virtual reality χαρακτηρίζουν οι τράπεζες την εικόνα που θα προκύψει από τα stress tests του 2021, τα αποτελέσματα των οποίων θα ανακοινωθούν από την European Banking Authority το απόγευμα της 30ης Ιουλίου.

Το γεγονός ότι τα stress tests βασίζονται στα στοιχεία τέλους του 2020, βάσει των οποίων οι ελληνικές τράπεζες, όπως και όλες οι ευρωπαϊκές, θα στρεσαριστούν για τις κεφαλαιακές τους ανάγκες για την προσεχή τριετία έως και το 2023, απομακρύνει, σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις τον κίνδυνο των εκπλήξεων, παρά την αβεβαιότητα που προκαλεί η πανδημία.

Αυτό γιατί οι κεφαλαιακοί δείκτες, που βρίσκονταν στο 17,3% για την Alpha Bank, στο 15,7% για την Εθνική τράπεζα, στο 13,9% για την Eurobank και στο 13,8% για την τράπεζα Πειραιώς, έχουν έκτοτε διαφοροποιηθεί σημαντικά.  Όπως εξηγούν τραπεζικά στελέχη οι ελληνικές τράπεζες στο μεσοδιάστημα, δηλαδή από τα τέλη του 2020 έως σήμερα, έχουν διανύσει μεγάλο μέρος της διαδρομής για την ενίσχυση των κεφαλαιακών τους δεικτών, με συνέπεια η εικόνα που ισχύει σήμερα να έχει αλλάξει σε σχέση με αυτή που ίσχυε 7 μήνες πριν.

Έτσι τα αποτελέσματα του stress test αποτελούν ένα snapshot του 2020 με πρόβλεψη για την εξέλιξη των κεφαλαιακών δεικτών (CET1) έως και το 2023, βάσει των οποίων η ΕΒΑ θα υπολογίσει τη διαφορά που πρέπει να καλύψουν οι τράπεζες εντός της τριετίας.

Στις ενέργειες που έχουν ήδη προχωρήσει οι τράπεζες για να καλύψουν αυτή τη διαφορά περιλαμβάνονται οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου στις οποίες προχώρησαν η Alpha Bank και η τράπεζα Πειραιώς ύψους 800 εκατ. ευρώ και 1,4 δισ. ευρώ αντίστοιχα, αλλά και οι πρόσθετες ενέργειες όπως οι εκδόσεις ομολόγων ΑΤΙ και Tier II που επίσης θωράκισαν περαιτέρω την κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών. Υπενθυμίζεται ότι η τράπεζα Πειραιώς προχώρησε επίσης στην άντληση κεφαλαίων 600 εκατ. ευρώ της κατηγορίας ΑΤ1, άλλα 500 εκατ. ευρώ άντλησε το Μάρτιο η Alpha Bank μέσω της έκδοσης ομολόγου Tier II, ενώ η Εurobank εξέδωσε στις αρχές του 2021 ομόλογο (preferred senior notes) ύψους 500 εκατ. ευρώ.

Διαφορετική είναι και η εικόνα για την εξέλιξη των κόκκινων δανείων, καθώς εκτός από τις τιτλοποιήσεις που ολοκληρώθηκαν το α΄ εξάμηνο του 2021, οι τράπεζες έχουν ανακοινώσει πρόσθετες τιτλοποιήσεις, συνολικής αξίας 25 δισ. ευρώ περίπου αξιοποιώντας το μηχανισμό των κρατικών εγγυήσεων, τον Ηρακλή, η διάρκεια του οποίου επεκτείνεται έως και τον Οκτώβριο του 2022. Η βελτίωση αυτή έχει αποτυπωθεί ήδη στα αποτελέσματα του α’ τριμήνου με βάση τα οποία ο δείκτης NPEs και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες υποχώρησε στο 25%, καθιστώντας ρεαλιστικό το στόχο για μονοψήφιο δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων στα τέλη του 2021 έως και τις αρχές του 2022 και παρά το γεγονός ότι ο στόχος αυτός θα απαιτήσει την ανάλωση κεφαλαίων, θα απελευθερώσει τις τράπεζες και από το άγος των αυξημένων προβλέψεων.

Οι συνέπειες της πανδημίας ενσωματώνονται ουσιαστικά στο δυσμενές σενάριο που προβλέπεται με βάση τη μεθοδολογία της European Banking Authority (EBA), σύμφωνα με το οποίο για την Ελλάδα εκτιμάται ύφεση 1,8% το 2021, 2,5% το 2022 και ασθενική ανάπτυξη 0,7% το 2023. Αντίθετα το βασικό σενάριο, που είναι ευθυγραμμισμένο και με τις εκτιμήσεις των ευρωπαϊκών θεσμών, προβλέπει ανάπτυξη 4,2% το 2021, 4,8% το 2022 και 3,7% το 2023.

Παρά το γεγονός ότι οι εκτιμήσεις των τραπεζών προσγειώνουν τα νέα κόκκινα δάνεια που θα αφήσει πίσω της η πανδημία στα 4 δισ. ευρώ, η εκτίμηση αυτή ενσωματώνει και τα γενναία μέτρα στήριξης και τις εγγυήσεις που έχουν δοθεί από το κράτος, με συνέπεια να αποτελεί την αισιόδοξη πρόβλεψη για την πραγματική επίπτωση από την κρίση. Όπως παρατήρησε σε πρόσφατες δηλώσεις του ο επικεφαλής του SSM Αντρέα Ενρία «τα μέτρα ανακούφισης των δανειοληπτών έχουν καταστήσει τον εντοπισμό του πιστωτικού κινδύνου μια πιο περίπλοκη δουλειά, όχι μόνο για τις τράπεζες, αλλά και για τις εποπτικές αρχές, τους επενδυτές, τους αναλυτές και την ευρύτερη αγορά, καθιστώντας τους ισολογισμούς των τραπεζών κάπως πιο αδιαφανείς».

Σε ότι αφορά τις υπόλοιπες μακροοικονομικές παραδοχές με βάση τις οποίες στρεσάρονται οι ελληνικές τράπεζες, για την ανεργία, το βασικό σενάριο της ΕΒΑ προβλέπει ποσοστό 16,6% το 2021, 15,6% το 2022 και 13,9% το 2023, ενώ το δυσμενές 18,9% το 2021, 22,1% το 2022 και 22,2% το 2023. Για τον πληθωρισμό, η πρόβλεψη του βασικού σεναρίου είναι -0,1% το 2021, 0,6% το 2022 και 0,9% το 2023 και η πρόβλεψη του δυσμενούς σεναρίου -0,3% το 2021, 0,1% το 2022 και – 0,1% το 2023. Τέλος για τα οικιστικά ακίνητα, το βασικό σενάριο προβλέπει υποχώρηση των τιμών κατά  1,5% για το 2021, ενίσχυση κατά 5,1% το 2022 και  4,3% για το 2023 και το δυσμενές – 5,8%, – 3,1% και – 1,3% αντίστοιχα. Για τα εμπορικά ακίνητα, το βασικό σενάριο είναι 0,3% αύξηση τιμών και για τα τρία έτη και το δυσμενές -13,4% για το 2021, – 9,3% για το 2022 και – 3,4% για το 2023.

Πηγή:moneyreview.gr