Επικαλούμενη τρεις πηγές από τραπεζικούς κύκλους, η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt αποκαλύπτει πως οι τέσσερις συστιμικές τράπεζες της Ελλάδας περνούν με επιτυχία τα stress tests που τους επιβάλει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και δε χρειάζονται νέες εισφορές κεφαλαίου.

«Ανακούφιση στην Αθήνα» γράφει η Handelsblatt, για να τονίσει πως η Τράπεζα Πειραιώς, η Eurobank, η Εθνική Τράπεζα (ΕΤΕ) και η Alpha Bank περνούν τη δοκιμασία προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που διεξάγει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA) για συνολικά 37 ευρωπαϊκές τράπεζες. «Αυτό δεν είναι μόνο καλά νέα για τις ελληνικές τράπεζες και τους μετόχους τους, αλλά και ένα σημαντικό βήμα προς την έξοδο της Ελλάδας από τα προγράμματα βοήθειας» σημειώνει με έμφαση η Handelsblatt.

Ο έλεγχος προτιμήθηκε να γίνει την άνοιξη αντί του φθινόπωρου , έτσι ώστε να υπάρξει σαφήνεια σχετικά με την κατάσταση των τραπεζών στην ώρα για την προγραμματισμένη ολοκλήρωση του ελληνικού προγράμματος διάσωσης, τον Αύγουστο. Τα αποτελέσματα του τεστ αντοχής θα δημοσιευθούν από την ΕΚΤ στις 5 Μαΐου. Ωστόσο, είναι ήδη σαφές ότι κανένα από τα τέσσερα ινστιτούτα δε θα αποτύχει. Αυτό σημαίνει ότι δε χρειάζονται κεφάλαια ενίσχυσης ύψους σχεδόν 20 δισ. ευρώ, τα οποία διατέθηκαν για δράσεις διάσωσης από το τρίτο ελληνικό πακέτο διάσωσης.

Αυτή την εβδομάδα, κορυφαία στελέχη των τεσσάρων τραπεζών μετέβησαν στη Φρανκφούρτη, για να συζητήσουν με την υπηρεσία τραπεζικής εποπτείας SSM της ΕΚΤ σχετικά με την κατάσταση των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων. Οι τραπεζίτες επέστρεψαν στην Αθήνα με καλά νέα, σημειώνει η εφημερίδα.

Κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης, οι τράπεζες της χώρας έχουν ήδη ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές, γράφει η γερμανική εφημερίδα και προσθέτει ότι πλέον οι τέσσερις συστημικες τράπεζες είναι άρτια θωρακισμένες σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στα τέλη του 2017, η Alpha Bank πέτυχε ένα δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας της τάξης του 18,3%. Ήταν 16,7% για την Εθνική Τράπεζα, 15,4 %για την Τράπεζα Πειραιώς και 15,3 %για την Eurobank. Οι ελεγκτές ήθελαν να μάθουν αν οι τράπεζες μπορούν να αντέξουν δυσμενείς συνθήκες. Οι απαιτήσεις ήταν μάλιστα σημαντικά πιο σκληρές αυτή τη φορά από ό, τι σε προηγούμενες προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων.