Η συνεχής αύξηση κρουσμάτων στην Ελλάδα ενόψει τουριστικής σεζόν δεν περνά απαρατήρητη στον γερμανικό τύπο. Επικρίσεις για τον Γερμανό υπουργό Υγείας από το SPIEGEL.

 

«Από την Κυριακή ολόκληρη η Ελλάδα θεωρείται περιοχή υψηλού κινδύνου για τον κορωνοϊό» επισημαίνει στην ηλεκτρονική της έκδοση η Süddeutsche Zeitung. H εφημερίδα του Μονάχου υπενθυμίζει ότι «μέχρι σήμερα η Ελλάδα ανήκε στις ελάχιστες χώρες που ποτέ δεν είχαν χαρακτηριστεί εξ ολοκλήρου ‘ζώνη υψηλού κινδύνου'. Μέχρι πρότινος είχαν εξαιρεθεί τα ελληνικά νησιά του Αιγαίου, η Κρήτη, καθώς και τα Ιόνια Νησιά στις δυτικές ακτές της Ελλάδας, όπως η Κέρκυρα. Από την Κυριακή ωστόσο όσοι επιστρέφουν (στη Γερμανία) από τις περιοχές αυτές θα πρέπει να υποβληθούν σε τεστ για τον κορωνοϊό εντός 48 ωρών. Επιπλέον, υποχρεούνται σε καραντίνα δέκα ημερών, την οποία μπορούν να τερματίσουν μετά από πέντε ημέρες, παρουσιάζοντας εκ νέου ένα αρνητικό τεστ. Περιοχές υψηλού κινδύνου θεωρούνται χώρες και περιφέρειες, στις οποίες ο αριθμός των νέων κρουσμάτων ξεπερνά τα 50 ανά 100.000 κατοίκους επί επτά συνεχείς ημέρες».

Για το ίδιο θέμα το πρώτο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης (ARD) σημειώνει στην ιστοσελίδα του Tagesschau.de ότι «στην Ελλάδα ισχύουν αυστηροί περιορισμοί εδώ και μήνες. Οι κάτοικοι είναι υποχρεωμένοι να ζητούν άδεια με SMS για να βγουν από το σπίτι τους, αλλά και πάλι μπορούν να κινούνται σε περιορισμένη ακτίνα. Παρά ταύτα στα μέσα της προηγούμενης εβδομάδας η Ελλάδα κατέγραψε 2.700 κρούσματα εντός 24 ωρών, τον υψηλότερο αριθμό που έχει καταγραφεί από τις αρχές της χρονιάς. Σύμφωνα με στοιχεία του Πανεπιστημίου Τζον Χόπκινς η χώρα καταγράφει από την έναρξη της πανδημίας σχεδόν 199.500 κρούσματα και πάνω από 6.600 θανάτους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό. Πάντως την Πέμπτη οι ελληνικές υγειονομικές αρχές κατέγραψαν για πρώτη φορά μία πτωτική τάση. Ο αριθμός των νέων κρουσμάτων ανά 100.000 κατοίκους σε μία εβδομάδα έφτασε την Πέμπτη τα 121,6 κατά μέσο όρο».

«Φτάνει πια» με τη διαχείριση της πανδημίας…

Τους κυβερνητικούς χειρισμούς στην κρίση της πανδημίας επικρίνει σε υψηλούς τόνους το κεντρικό σχόλιο του γερμανικού περιοδικού DER SPIEGEL, ζητώντας την παραίτηση του υπουργού Υγείας Γενς Σπαν. «Φτάνει πια» είναι ο τίτλος του σχολίου, το οποίο αρχίζει ως εξής: «Είναι αυτή πραγματικά η Γερμανία; Στην αρχή δεν έφταναν οι μάσκες, μετά δεν επαρκούσαν τα εμβόλια, τώρα καθυστερούν τα γρήγορα ή αυτοδιαγνωστικά τεστ. Υποτίθεται ότι η οργάνωση και η έξυπνη οικονομική διαχείριση ήταν τα δυνατά σημεία των Γερμανών. Κι όμως, τώρα τίποτα σχεδόν δεν πετυχαίνει, ειδικά σε εποχές πανδημίας, όταν τίθενται ζητήματα ζωής και θανάτου. Τι συμβαίνει;»

Ο σχολιαστής επισημαίνει ότι «για μεγάλο χρονικό διάστημα η γερμανική πολιτική της κρίσης είχε ευνοϊκή αντιμετώπιση από τον πληθυσμό και τα περισσότερα ΜΜΕ. Υπήρχε κατανόηση για τους σοβαρούς περιορισμούς θεμελιωδών δικαιωμάτων και την ακραία συγκέντρωση ισχύος στην εκτελεστική εξουσία. Οι περισσότεροι πολίτες τηρούσαν τους νέους κανόνες, ακόμη κι αν αυτό είχε σημαντικό αντίτιμο για τα παιδιά, τους εργένηδες, τους κοινωνικά αδύναμους, τους επιχειρηματίες, τους καλλιτέχνες. Κι όμως, η κοινωνική συμφωνία για την κρίση δεν λειτούργησε, γιατί η πολιτική δεν έχει εκπληρώσει τις προσδοκίες των πολιτών».

Επικρίνοντας τους χειρισμούς της Άνγκελα Μέρκελ, αλλά κυρίως του υπουργού Υγείας Γενς Σπαν ο σχολιαστής καταλήγει: «Κανονικά έχει έρθει η ώρα για δύο παραιτήσεις. Αλλά μία παραίτηση Μέρκελ θα οδηγούσε τη Γερμανία σε πολιτική κρίση εν μέσω πανδημίας και δεν θα υπήρχε σταθερή κυβέρνηση μέχρι το τέλος του χρόνου, δεδομένου ότι πλησιάζουν οι βουλευτικές εκλογές. Δεν βελτιώνεται έτσι η κατάσταση. Αλλά για τον υπουργό Υγείας δεν ισχύει αυτό το πολιτικό και πραγματιστικό αντεπιχείρημα. Ο Σπαν θα πρέπει να αποχωρήσει από το αξίωμά του».

Νέα δάνεια για την αεροπορική εταιρία Condor

Καθώς παρατείνεται η πανδημία, ανεβαίνει ο λογαριασμός για τις αερομεταφορές: Στη Γερμανία η αεροπορική εταιρία Condor συσσωρεύει νέα χρέη και ζητεί για μία ακόμη φορά οικονομική βοήθεια από το κράτος. Η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt αναφέρει σχετικά: «Από την πτώχευση της μητρικής Thomas Cook το 2019 η Condor βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Μεγάλο κομμάτι της ρευστότητάς της είχε παραμείνει στην Thomas Cook. Η εταιρία κατέθεσε αίτηση προστασίας από τους πιστωτές, ανάλογη με εκείνη που προβλέπει η διαδικασία του άρθρου 11 στις ΗΠΑ. Προκειμένου να διασφαλίσουν την επιβίωσή της, η κεντρική κυβέρνηση και το κρατίδιο της Έσσης είχαν παραχωρήσει τότε ένα πρώτο μεταβατικό δάνειο. Στα τέλη του 2019 βρέθηκε αγοραστής και συγκεκριμένα η πολωνική PGL, μητρική της αεροπορικής εταιρίας LOT. Μετά ήρθε η πανδημία, η LOT αποχώρησε και η Condor χρειάστηκε εκ νέου βοήθεια. Ήδη τότε έλαβε νέα οικονομική ενίσχυση συνολικού ύψους 550 εκατομμυρίων ευρώ. Το μάνατζμεντ διέθεσε μέρος του ποσού αυτού στην αποπληρωμή του πρώτου μεταβατικού δανείου. Τα υπόλοιπα χρήματα, περίπου 250 εκ. ευρώ ως καθαρή βοήθεια - έχουν πλέον δαπανηθεί. Τα τρέχοντα έξοδα παραμένουν. Η αίτηση προστασίας από τους πιστωτές είχε και αυτή το αντίτιμό της, γύρω στα 40 εκ. ευρώ…»

Πηγή: Deutsche Welle, Γιάννης Παπαδημητρίου