Την στήριξη των τραπεζών στην νέα αναπτυξιακή φάση της ελληνικής οικονομίας, ανέφερε ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Eurobank, κ. Γεώργιος Ζανιάς, από το βήμα του ετήσιου Συνεδρίου Capital Link “Invest in Greece” στη Νέα Υόρκη . Όπως ανέφερε η καθαρή πιστωτική επέκταση για το τρέχον έτος πλησιάζει ένα διψήφιο ποσοστό αύξησης, το οποίο αποδίδεται κυρίως σε πιστωτική επέκταση σε επιχειρήσεις.

Όσον αφορά την ποιότητα του χαρτοφυλακίου των δανείων κατά την προσεχή περίοδο που κυριαρχούν υψηλή αβεβαιότητα-υψηλοί ρυθμοί πληθωρισμού-υψηλά επιτόκια, σύμφωνα με τον κ. Ζανιά αναμένεται μια σχετικά περιορισμένη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων για τα οποία οι τράπεζες ήδη παίρνουν κάποιες επιπλέον προβλέψεις.

Πάντως, όπως τόνισε, οι ελληνικές τράπεζες έχουν αποκτήσει σημαντική εμπειρία στην αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων.

Στα βασικά σημεία της τοποθέτησής του ο κ. Ζανιάς ανέφερε τα εξής:

Έχοντας ουσιαστικά επιλύσει το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, οι ελληνικές τράπεζες χρηματοδοτούν τη νέα αναπτυξιακή φάση της ελληνικής οικονομίας. Η καθαρή πιστωτική επέκταση το 2022 πλησιάζει ένα διψήφιο ποσοστό αύξησης, το οποίο αποδίδεται κυρίως σε πιστωτική επέκταση σε επιχειρήσεις καθώς ο τομέας των νοικοκυριών ακόμη αντιμετωπίζει προβλήματα που δημιουργήθηκαν την περίοδο της κρίσης. Μια πρόσφατη μελέτη της Eurobank ταυτοποιεί: τον ενεργειακό τομέα, τις τηλεπικοινωνίες και τον ψηφιακό μετασχηματισμό, τις υποδομές, τον τουρισμό και τις αστικές αναπλάσεις, την βιομηχανία, ως τους πέντε τομείς της οικονομίας στους οποίους θα γίνουν επενδύσεις 38 δισ. ευρώ περίπου τα επόμενα χρόνια περιορίζοντας το σημαντικό επενδυτικό καινό το οποίο υπάρχει.

Η πιστωτική επέκταση έχει δυνατότητες σημαντικής περαιτέρω αύξησης μέχρι να φτάσει τα επίπεδα δανεισμού σε παρόμοιες χώρες της Ευρωζώνης καθώς σήμερα τα εξυπηρετούμενα δάνεια του ελληνικού τραπεζικού συστήματος ανέρχονται σε 105 δισ. ευρώ περίπου ήτοι σε 55% περίπου του ΑΕΠ. Σταδιακά, η ζήτηση στον τομέα των νοικοκυριών αναμένεται να αυξηθεί και να προσθέσει στην πιστωτική επέκταση. Οι διαχειριστές των μη εξυπηρετούμενων δανείων επίσης, υπολογίζουν πως 10 δισ. περίπου από τα δάνεια που βρίσκονται στην κατοχή τους θα επιστρέψουν στον τραπεζικό τομέα τα επόμενα 2-3 χρόνια αλλά περισσότερος χρόνος θα απαιτηθεί για να ολοκληρωθεί η προσαρμογή στα υπόλοιπα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Αναφορικά με την ποιότητα του χαρτοφυλακίου των δανείων κατά την προσεχή περίοδο που κυριαρχούν υψηλή αβεβαιότητα-υψηλοί ρυθμοί πληθωρισμού-υψηλά επιτόκια, αναμένεται μια σχετικά περιορισμένη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων για τα οποία οι τράπεζες ήδη παίρνουν κάποιες επιπλέον προβλέψεις. Μεγαλύτερα προβλήματα αναμένεται ν’ αποφευχθούν καθώς: οι ελληνικές τράπεζες έχουν αποκτήσει σημαντική εμπειρία στην αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων, οι ισολογισμοί έχουν «καθαρίσει» από οριακές περιπτώσεις δανειοληπτών κύρια κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους, η τρέχουσα κερδοφορία αναπληρώνει τυχόν απώλειες κεφαλαίων, ενώ συγχρόνως υπάρχει στη χώρα ανάπτυξη, μείωση της ανεργίας και δημοσιονομική στήριξη.