Αλλαγή ονομασίας, αποτελέσματα - ρεκόρ, και ολοκλήρωση της πώλησης της ΔΕΠΑ Υποδομών, φέρνει το υπόλοιπο του 2022 για τον όμιλο των Ελληνικών Πετρελαίων.

Τα ισχυρά αποτελέσματα αλλά και μέρος των εσόδων από την πώληση της θυγατρικής αφενός θα δώσουν ώθηση στο μέρισμα της χρήσης, αφετέρου όπως ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Ανδρέας Σιάμισιης κατά την ενημέρωση των αναλυτών, θα χρηματοδοτήσουν επίσης την επιτάχυνση των επενδύσεων σε ΑΠΕ ώστε οι στόχοι που έχουν τεθεί για το 2025 και το 2030 (1 και 2 γιγαβάτ αντίστοιχα), να επιτευχθούν νωρίτερα.

Η νέα ονομασία των ΕΛΠΕ που προτείνεται και αναμένεται να εγκριθεί από την γενική συνέλευση των μετόχων που έχει συγκληθεί για τις 20 Σεπτεμβρίου είναι «HELLENiQ ENERGY». Συμβολίζει σύμφωνα με πηγές του ομίλου τη διατήρηση της ελληνοκεντρικής δραστηριότητας, την μετάβαση στην ευφυή ενέργεια και τη διεύρυνση των δραστηριοτήτων από τα πετρέλαια στην ενέργεια συνολικά. Το Σεπτέμβριο θα παρουσιαστεί και η νέα εταιρική ταυτότητα (λογότυπο) του ομίλου.

Σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα, το δεύτερο τρίμηνο του 2022 που ανακοινώθηκε την περασμένη εβδομάδα ήταν το καλύτερο στην ιστορία του ομίλου ως αποτέλεσμα του συνδυασμού αυξημένης ζήτησης για καύσιμα και υψηλών περιθωρίων διύλισης. Τα αποτελέσματα επιτεύχθηκαν παρά το γεγονός ότι τα διυλιστήρια Ελευσίνας και Ασπροπύργου ήταν εκτός λειτουργίας για μεγάλο διάστημα, για λόγους συντήρησης. Ο κ. Σιάμισιης προέβλεψε χρονιά - ρεκόρ για τον όμιλο σημειώνοντας ωστόσο ότι δεν προβλέπεται να επαναληφθούν οι επιδόσεις του δεύτερου τριμήνου (συγκρίσιμα λειτουργικά κέρδη 535 εκατ. ευρώ, από 79 εκατ. το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021 και συγκρίσιμα καθαρά κέρδη 367 εκατ. από 7 εκατ. πέρυσι).

Τέλος, για την ΔΕΠΑ Υποδομών η ολοκλήρωση της πώλησης στην Italgas φέρεται να είναι ζήτημα ημερών, μετά την εκπλήρωση του συνόλου των τυπικών προϋποθέσεων σχεδόν ένα χρόνο μετά την ανακήρυξη της ιταλικής εταιρείας ως προτιμητέου επενδυτή. Πωλητής μαζί με τα ΕΛΠΕ, που κατέχουν το 35 % των μετοχών είναι το ΤΑΙΠΕΔ που ελέγχει το 65 % ενώ το τίμημα της πώλησης ανέρχεται σε 733 εκατ. ευρώ.