«Μετά από πέντε χρόνια μέτριας ανάκαμψης, η οικονομία της Ευρωζώνης βρίσκεται σε τροχιά ανάπτυξης», δήλωσε ο Πιέρ Μοσκοβισί, Επίτροπος της Ε.Ε., και τόνισε την ανάγκη οι «καρποί της να κατανεμηθούν δίκαια, από τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωση».

Η ευρωπαϊκή οικονομία σημείωσε φέτος σημαντικά καλύτερες επιδόσεις από ό,τι αναμενόταν, ωθούμενη από την ανθεκτική ιδιωτική κατανάλωση, την ισχυρότερη ανάπτυξη ανά τον κόσμο και τη μείωση της ανεργίας. Αυτό υπογραμμίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την ευκαιρία της δημοσιοποίησης των φθινοπωρινών οικονομικών προβλέψεών της που είναι έναν τόνο πιο αισιόδοξες από τις προηγούμενες σε σχέση με τις προοπτικές της ευρωπαϊκής οικονομίας στο σύνολό της.

Ε.Ε.: Η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη κινήθηκε ρυθμό 2,3%

«Η οικονομία της ζώνης του ευρώ βρίσκεται σε τροχιά ανάπτυξης με τον ταχύτερο ρυθμό της τελευταίας δεκαετίας φέτος: η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ προβλέπεται να ανέλθει στο 2,2%. Το ποσοστό αυτό είναι σημαντικά υψηλότερο από ό,τι αναμενόταν την άνοιξη (1,7%). Η οικονομία της ΕΕ συνολικά αναμένεται επίσης να παρουσιάσει φέτος, πέραν των προσδοκιών, εύρωστη ανάπτυξη ύψους 2,3% (από 1,9% την άνοιξη)» επισημαίνει η Επιτροπή.

Παρουσιάζοντας τις εκτιμήσεις των υπηρεσιών του ο Πιερ Μοσκοβισί, Επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωσε ότι «έπειτα από πέντε χρόνια μέτριας ανάκαμψης, η ευρωπαϊκή ανάπτυξη πλέον επιταχύνεται. Έχουμε καλά νέα από πολλά μέτωπα, με δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας, αύξηση των επενδύσεων και ενίσχυση των δημόσιων οικονομικών». Ωστόσο, όπως δήλωσε ο Επίτροπος, «εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις που συνίστανται στα υψηλά επίπεδα χρέους και τις χαμηλές αυξήσεις των μισθών».

Η διαρθρωτική σύγκλιση στις χώρες της ευρωζώνης είναι αναγκαία

«Απαιτούνται αποφασιστικές προσπάθειες από τα κράτη μέλη για να διασφαλισθεί ότι η ανάπτυξη θα διαρκέσει και ότι οι καρποί της θα κατανεμηθούν δίκαια. Επιπλέον, η διαρθρωτική σύγκλιση και η ενίσχυση της ζώνης του ευρώ είναι αναγκαίες, ώστε αυτή να καταστεί ανθεκτικότερη στους μελλοντικούς κλυδωνισμούς και να μετατραπεί σε πραγματική κινητήρια δύναμη της κοινής ευημερίας. Οι προσεχείς εβδομάδες θα είναι καθοριστικές στο πεδίο αυτό» κατέληξε ο Μοσκοβισί.

Ειδικότερα στις σχετικές εκθέσεις που δημοσιοποίησε σήμερα η Επιτροπή αναφέρεται ότι οι επενδύσεις στην ΕΕ αυξήθηκαν εν μέσω ευνοϊκότερων όρων χρηματοδότησης καθώς η αβεβαιότητα έχει υποχωρήσει σημαντικά.

Στις οικονομίες όλων των κρατών μελών παρατηρείται ανάπτυξη και βελτίωση των αγορών εργασίας τους, αλλά οι μισθοί αυξάνονται με αργούς ρυθμούς, αναφέρει ωστόσο η Επιτροπή, σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι «η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διατήρησε την ιδιαίτερα χαλαρή νομισματική της πολιτική, ενώ άλλες κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο έχουν αρχίσει να αυξάνουν τα επιτόκια».

Η ανεργία στο 9,1% φέτος στην ΕΕ, το χαμηλότερο από το 2009 

Αναφερόμενη στους επιμέρους τομείς της οικονομίας, ως προς την ανεργία η Επιτροπή διαπιστώνει πως εξακολουθεί να μειώνεται, αλλά η κάμψη παραμένει. «Η δημιουργία θέσεων εργασίας ήταν σταθερή και οι συνθήκες της αγοράς εργασίας αναμένεται να επωφεληθούν από την επέκταση που οφείλεται στην εγχώρια ζήτηση, τη μέτρια αύξηση των μισθών και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζονται σε ορισμένα κράτη μέλη» σημειώνεται στην έκθεση της Επιτροπής, όπου επίσης αναφέρεται ότι το ποσοστό της ανεργίας στη ζώνη του ευρώ αναμένεται κατά μέσο όρο να είναι φέτος 9,1%, το χαμηλότερο επίπεδό της από το 2009, καθώς ο συνολικός αριθμός των ατόμων που απασχολούνται ανέρχεται στο υψηλότερο επίπεδο μέχρι σήμερα.

Κατά τη διάρκεια των δύο προσεχών ετών η ανεργία αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω στο 8,5% το 2018 και στο 7,9% το 2019. Στην ΕΕ το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται ότι θα ανέλθει στο 7,8% φέτος, στο 7,3% το 2018 και στο 7% το 2019. Η δημιουργία θέσεων εργασίας αναμένεται να μετριαστεί, καθώς σε ορισμένες χώρες τα προσωρινά φορολογικά κίνητρα εξασθενούν και σε άλλες εμφανίζονται ελλείψεις δεξιοτήτων, αναφέρει επίσης η Επιτροπή.

Ο πληθωρισμός παραμένει σε χαμηλά επίπεδα

Οι προοπτικές του πληθωρισμού παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα λόγω της υποτονικής αύξησης των μισθών αναφέρεται ακόμη στην έκθεση της Επιτροπής ενώ επισημαίνεται ότι ο δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τις τιμές ενέργειας και των ακατέργαστων τροφίμων αντιθέτως έχει αρχίσει να αυξάνεται, αλλά παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, αντανακλώντας τις επιπτώσεις μιας παρατεταμένης περιόδου χαμηλού πληθωρισμού, ασθενικής αύξησης των μισθών καθώς και συνεχιζόμενης κάμψης στην αγορά εργασίας. Συνολικά, ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να ανέλθει φέτος στο 1,5% κατά μέσο όρο και να μειωθεί στο 1,4% το 2018, προτού αυξηθεί στο 1,6% το 2019.

Σε ό,τι αφορά τα δημόσια οικονομικά στη ζώνη του ευρώ προβλέπεται να βελτιωθούν περισσότερο από ό,τι αναμενόταν την άνοιξη, κυρίως χάρη στην ανάκαμψη της ανάπτυξης. Το ονομαστικό δημοσιονομικό ισοζύγιο αναμένεται να βελτιωθεί σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη. Με βάση την παραδοχή της αμετάβλητης πολιτικής, ο δείκτης δημόσιου ελλείμματος προς το ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να μειωθεί στο 0,8% το 2019 (1,1% το 2017 και 0,9% το 2018), ενώ ο δείκτης του χρέους προς το ΑΕΠ προβλέπεται να υποχωρήσει στο 85,2% (89,3% το 2017 και 87,2% το 2018).

Εξωτερικοί παράγοντες μπορεί να επηρεάσουν τις οικονομικές εξελίξεις

Καταλήγοντας οι υπηρεσίες της Επιτροπής διαπιστώνουν πως « οι κίνδυνοι ότι οι οικονομικές εξελίξεις θα μπορούσαν να εξελιχθούν καλύτερα ή χειρότερα από τις προβλέψεις εξισορροπούνται σε μεγάλο βαθμό». Οι κυριότεροι κίνδυνοι δυσμενών εξελίξεων είναι, κατά την Επιτροπή, εξωτερικοί και συνδέονται με υψηλές γεωπολιτικές εντάσεις (π.χ. στη Χερσόνησο της Κορέας), ενδεχομένως δυσχερέστερες παγκόσμιες οικονομικές συνθήκες (π.χ. λόγω αυξημένης απροθυμίας ανάληψης κινδύνων), την οικονομική προσαρμογή στην Κίνα ή την επέκταση των προστατευτικών πολιτικών. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι κίνδυνοι δυσμενών εξελίξεων συνδέονται με την έκβαση των διαπραγματεύσεων για το «Brexit», την ισχυρότερη ανατίμηση του ευρώ και τα υψηλότερα μακροπρόθεσμα επιτόκια. Αντιθέτως, η μείωση της αβεβαιότητας και η βελτίωση της εμπιστοσύνης στην Ευρώπη, όπως και η ενίσχυση της ανάπτυξης στον υπόλοιπο κόσμο, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη από τις προβλέψεις αύξηση της ανάπτυξης, σημειώνει η Επιτροπή.